Βάλια Κάλντα

ΒΑΛΙΑ ΚΑΛΝΤΑ: ΚΙΒΩΤΟΣ ΑΓΡΙΑΣ ΖΩΗΣ

Στη σκιά ευθυτενών μαύρων πεύκων και στις ρίζες αγέρωχων ρόμπολων, πλάι σε φουσκωμένα ρυάκια που αναβλύζουν από παντού γάργαρο νερό, τα νωπά χνάρια της αρκούδας και του αγριογούρουνου, ο ρυθμικός κτύπος του μαύρου δρυοκολάπτη και το χαρούμενο περπάτημα της σταχτοσουσουράδας  σημειογραφούν έναν από τους τελευταίους αμόλυντους θύλακες άγριας ζωής της ελληνικής φύσης. Οι πέντε ολόκληροι μήνες του χειμερινού αποκλεισμού έχουν σχεδόν πια περάσει…

Είναι θέμα μόλις λίγων ημερών. Το ορεινό πέρασμα του Σταυρού, εκεί ψηλά στο Περιβόλι, θα απελευθερωθεί από τις τελευταίες χιονούρες που επιμένουν έως τις αρχές του Μάη, να κάνουν απροσπέλαστο το σαθρό οδόστρωμα του δασικού δρόμου που οδηγεί στον πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου, την πασίγνωστη πια «Βάλια Κάλντα». Έτσι οι πρώτοι εαρινοί επισκέπτες θα μπορέσουν πλέον να χαρούν τη «Ζεστή κοιλάδα», αυτό που στη γλώσσα μας, κυριολεκτώντας, σημαίνει το βλάχικο όνομά της.

Όσο για την απομόνωση, είναι κάτι που βίωνε ανέκαθεν τους χειμερινούς μήνες αυτό το ορεινό «απάγκιο» περίκλειστο καθώς είναι, σαν φυσικό οχυρό, από κορφές μεγάλου υψομέτρου (όλες 2000 μέτρα και άνω) όπως το Αυγό, η Φλέγκα, οι Μπάλτσες, η Πυροστιά, το Κακοπλεύρι, ανέγγιχτο από την ανθρώπινη παρουσία. Μια απομόνωση που με την πάροδο του χρόνου, την αστικοποίηση της ελληνικής υπαίθρου και τις ολοένα αυξανόμενες επεμβάσεις στον ορεινό όγκο, αποδείχθηκε σωτήρια για την άγρια φύση. Ακόμα και μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, εδώ ανέβαιναν το καλοκαίρι μόνο οι Βλάχοι στην πλειονότητά τους- κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια τους. Υποταγμένοι στις διεργασίες της φύσης καθώς από αυτές εξαρτιόταν η επιβίωσή τους, συμβίωναν για αιώνες με την άγρια ζωή δείχνοντας έναν σεβασμό προς αυτήν που γεννήθηκε μέσα από εμπειρική κατανόηση του κύκλου της ζωής και της αλληλεξάρτησης των ειδών.

Αργότερα με το άνοιγμα των δασικών δρόμων άρχισαν να «εισάγονται» στη Βάλια Κάλντα νέα ήθη, μαζί με νέες ανθρώπινες δραστηριότητες όπως αυτή του πεζοπόρου, του φυσιοδίφη, του εκδρομέα, του κατασκηνωτή.  Ωστόσο οι περισσότεροι από αυτούς τους πρόσκαιρους επισκέπτες, εκτιμώντας ίσως την άγρια ομορφιά του αμόλυντου τοπίου συμπεριφέρθηκαν καλύτερα εδώ από ό,τι σε άλλους ορεινούς τόπους της χώρας μας. Αλλά και στην αντίθετη περίπτωση η Βάλια Κάλντα προικισμένη από την ίδια τη φύση της, πάντα θα μπορεί να αποτοξινώνεται και να αυτοϊάται. Λόγω της ιδιόμορφης γεωμορφολογίας του εδάφους και των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή, η «χειμερία νάρκη» των 5 και περισσότερων μηνών κάθε χρόνο, θα είναι πάντα εφικτή για τη Ζεστή Κοιλάδα και ευτυχώς ανέφικτη η μαζική προσέγγισή της από τον άνθρωπο – ανάλογα βέβαια πόσο βαρύς θα είναι ο χειμώνας.

Από τον Μάη και μετά η περιοχή είναι έτοιμη να δεχθεί τους επισκέπτες της -υπολογίζονται περίπου σε 3.000 άτομα κατά μέσο όρο το χρόνο- που καταφθάνουν εδώ από κάθε σημείο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης αναζητώντας την απόλυτη επαφή με την άγρια ορεινή φύση. Πριν αποφασίσεις να επισκεφθείς τον τόπο αυτό μάθε να συμπεριφέρεσαι με σεβασμό στο δάσος. Αν είσαι υπομονετικός η Βάλια Κάλντα θα σε ανταμείψει. Το φευγαλέο πέρασμα της καφετιάς αρκούδας πίσω από τις σκοτεινές συστάδες των μαυρόπευκων, το σύρσιμο της βίδρας πριν βουτήξει στα διαυγή νερά του Ακρουδορέματος, τα νεογέννητα αγριογούρουνα που βόσκουν λαίμαργα σε κάποιο ξέφωτο, είναι εικόνες ανεπανάληπτες που μόνο εσύ θα έχεις δει και στιγμές μοναδικές που μόνο εσύ θα έχεις βιώσει, είναι πολύτιμα δώρα που απλόχερα σου χάρισε.

Όμως και τη μυρωδιά της θα θυμάσαι, που αναδύεται από το νωπό το χώμα, τους πανέμορφους κρόκους που η ζεστασιά της άνοιξης σκορπίζει ολόγυρα, τις πολύχρωμες πεταλούδες που θα κυνηγάς ασταμάτητα από λουλούδι σε λουλούδι, τίποτα δεν θα ξεχάσεις, ποτέ… Είναι μια μάγισσα της φύσης η Βάλια Κάλντα, που θα σε πλανέψει με τη σιωπηλή ομορφιά της κι ένα κομμάτι σου θα μείνει πάντα εκεί, μαζί της…

Ένας Σπουδαίος Βιότοπος

Η Βάλια Κάλντα είναι μοναδική καθώς αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους βιότοπους της καφετιάς αρκούδας (Ursus arctos). Στο προφυλαγμένο αυτό οικοσύστημα ζουν και αναπαράγονται ή καταφεύγουν για να ξεχειμωνιάσουν μερικά από τα πλέον κυρίαρχα είδη της ελληνικής πανίδας, όπως ο λύκος (Canis lupus), το αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), η βίδρα (Lutra lutra), ο αγριόγατος (Felis sylvestris), το ζαρκάδι (Capreolus capreolus), το αγριογούρουνο (Sus scrofa).

Ο τόπος αποτελεί σημαντικό ενδιαίτημα για τα μεγάλα αρπακτικά της πτηνοπανίδας όπως ο χρυσαετός (Aguila chrysaetos), ο φιδαετός (Cir-caetus gallicus), ο σταυραετός (Hieraetus pennatus), ο πετρίτης (Falco pereginus), ο χρυσογέρακας (Falco biarmicus) και πλήθους μικρότερων ειδών, εντόμων, αμφιβίων, ερπετών και σπάνιων ειδών μανιταριών που συνθέτουν την ποικιλία και τη μοναδικότητα του οικοσυστήματος. Ακόμη στο Αρκουδόρεμα και στον Αώο ζει και αναπαράγεται με σχετικά υγιείς πληθυσμούς η πέστροφα (Salmo trutta).

Αξιοπρόσεκτο από επιστημονικής άποψης είναι η παρουσία εξήντα περίπου ατόμων Κόκκινης Πεύκης καθώς βρίσκονται στο πιο νότιο σημείο εξάπλωσής τους στην Ελλάδα. Η ομορφιά της κοιλάδας συγκινεί κάθε άνθρωπο που την επισκέπτεται στο μέτρο που μπορεί να νιώσει, να καταλάβει, αλλά και να μάθει από τη μαγεία της φύσης, γι’ αυτό και είναι τόσο πολύτιμη η διατήρηση και προστασία της.

Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου

Η ευρύτερη περιοχή του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου μοιράζεται ανάμεσα στην Ήπειρο (Νομός Ιωαννίνων) και στη Δυτική Μακεδονία (Νομός Γρεβενών). Το μεγαλύτερο μέρος της Βάλια Κάλντα που είναι χαρακτηρισμένο ως μια από τις τρεις «Περιοχές Προστασίας της Φύσης -ΖώνηI» (θεωρούνται ο πυρήνας απόλυτης προστασίας) υπάγεται διοικητικά στον Νομό Γρεβενών. Το τοπωνύμιο Βάλια Κάλντα είναι βλάχικο και σημαίνει στην ντοπιολαλιά «Ζεστή Κοιλάδα». Το μέσο υψόμετρο όπου απλώνεται η Κοιλάδα βρίσκεται, με ελάχιστες αυξομειώσεις στα 1.400 μέτρα. Ολόγυρα ορθώνονται σαν θεόρατο τείχος τα βουνά της Πίνδου. Tην περιοχή διασχίζουν δύο ρέματα «Το Ζεστό Ποτάμι» και το ρέμα της «Σαλιατούρας» που ενώνονται και σχηματίζουν το «Aρκουδόρεμα».

Το 1966 με το Βασιλικό Διάταγμα 487 θεσπίστηκε το νομοθετικό πλαίσιο του Εθνικού Δρυμού Βόρειας Πίνδου με σκοπό τη διαφύλαξη της πλούσιας πανίδας και χλωρίδας του. Στις 31-5-2005 με κοινή υπουργική απόφαση ενοποιήθηκαν οι Εθνικοί Δρυμοί «Βόρειας Πίνδου – Βάλια Κάλντα» και «Βίκου/Αώου» ενώ παράλληλα καθορίσθηκαν τα όρια του ενιαίου πλέον «Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου».

Η δημιουργία του αποσκοπεί στην προστασία, στη διατήρηση και στην ολοκληρωμένη διαχείριση της φύσης και του τοπίου της περιοχής, το οποίο θεωρείται φυσική κληρονομιά και πολύτιμος εθνικός φυσικός πόρος. Ειδικότερα, επιδιώκεται η διατήρηση και διαχείριση των οικοτόπων και των σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας που απαντώνται στη συγκεκριμένη περιοχή και η θεσμοθέτηση διαδικασιών και μέτρων για την εξασφάλιση της αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπου και φύσης στο πλαίσιο μιας αειφόρου ανάπτυξης. Είναι ένα πάρκο με πραγματικά γιγάντιες για τα ελληνικά δεδομένα διαστάσεις που καταλαμβάνει μεγάλο μέρος των Νομών Ιωαννίνων και Γρεβενών και σε γενικές γραμμές περιλαμβάνει μια έκταση που προσδιορίζεται ανάμεσα στο Μέτσοβο, στη Σαμαρίνα, στην Κόνιτσα και στα Ζαγοροχώρια.

 Φυσικά καθώς ζούμε στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, όλοι γνωρίζουμε καλά πως οι εποχές της αθωότητας για την ελληνική φύση έχουν ανεπιστρεπτί περάσει. Το περιβάλλον, ακόμη και αν τυπικά προστατεύεται στα αυστηρά πλαίσια ενός Εθνικού Πάρκου, δέχεται έντονες ανθρωπογενείς πιέσεις και η επαγρύπνηση όλων μας πρέπει να είναι διαρκής και αποφασιστική αν θέλουμε να παραδώσουμε στα παιδιά μας τουλάχιστον ό,τι από αυτή την όμορφη χώρα μας κληροδότησαν οι παλαιότεροι.

Κύλιση στην κορυφή